O Παράγοντας Οπάλ - Κουλέτσης Γιάννης
Ο οπτικός παράγοντας Οπάλ είναι μία γονιδιακή μετάλλαξη, η οποία προσδίδει στο πτέρωμα των καναρινιών μία ασημογκρί απόχρωση παρόμοια με το χρώμα του άνθρακα.
Περιγραφή
Ξεκινώντας αντίστροφα, από την περιγραφή των μη οπάλ πτηνών, θα πρέπει να πούμε ότι τα μελανινικά καναρίνια διαθέτουν πτερά πτήσης και πτερά πλευρών τα οποία είναι μαύρα στις άκρες, με σκούρο γκρι το μέρος πιο κοντά στην ρίζα.
Στην περίπτωση όμως των καναρινιών οπάλ, τα πτερά πτήσης και τα πτερά των πλευρών δείχνουν να έχουν υποστεί μια δομική μεταβολή και εμφανίζουν ασημογκρίζες άκρες, με μαύρο το χαμηλότερο μέρος. Αποτέλεσμα είναι το καναρίνι να μοιάζει να φέρει μια γαλακτόχρωμη απόχρωση οπτικά, μεταξύ του χρώματος του άνθρακα και γαλάζιες ανταύγειες.
Το καφέ της φαιομελανίνης* παρεμποδίζεται να εμφανιστεί, ενώ το μαύρο της ευμελανίνης** απλά επιδεικνύεται διαφορετικά απ’ ότι στα μη οπάλ καναρίνια (δηλαδή σε διαφορετικό σημείο του πτερού). Γι αυτό ακριβώς υποστηρίζεται ότι η μετάλλαξη οπάλ δεν είναι μεταβολή της μελανινικής ουσίας, παρά μάλλον μια αλλαγή στη δομική σύσταση των πτερών (Walker, 1987).
Ορισμός
Η γονιδιακή χρωματική μετάλλαξη εμφάνισης του οπάλ είναι “αυτοσωματική” και “υποχωρητική”.
α) Κατ’ αρχάς, πρόκειται περί μετάλλαξης, ακριβώς επειδή είναι μια εντελώς τυχαία διαφοροποίηση της επίδρασης ενός γονιδίου.
Τα γονίδια κάθε οργανισμού έχουν συγκεκριμένο και προκαθορισμένο ρόλο και δράση στα ζευγαρώματα. Μερικές φορές όμως, μια καθαρά αυθόρμητη μεταβολή της επίδρασης ενός γονιδίου, μπορεί να μεταβάλλει το αναμενόμενο αποτέλεσμα της ένωσης δύο οργανισμών. Όσον αφορά στα οπάλ καναρίνια, η τυχαία αυτή μετάλλαξη σχετίζεται με το γονίδιο που καθορίζει το χρώμα. Από τη στιγμή που η δράση του γονιδίου διαφοροποιηθεί (και εμφανιστεί ξαφνικά ένα οπάλ καναρίνι) τότε δεν απαιτείται ξανά μια τυχαία επανεμφάνιση του νέου χαρακτηριστικού, αλλά με επιλεκτικά ζευγαρώματα (αιμομιξία)
μπορούμε να διαιωνίσουμε το μεταλλαγμένο είδος για πάντα.
Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι η διαιώνιση του οπάλ, ως νέα χρωματική μετάλλαξη, είναι αποτέλεσμα ενδοδιασταύρωσης, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλες τις αποκαλούμενες Νέες Μεταλλάξεις καναρινιών: Παστέλ, Φαιό, Σατινέ, Γκριζόπτερα, Τοπάζιο, Έυμος, Όνυχας, Κοβάλτιο και Αζούλ. (Προσοχή: Η προκείμενη αιμομιξία αποτελεί το αιτιατό, και όχι το αίτιο, εμφάνισης του οπάλ. Το πρώτο οπάλ ΔΕΝ ήταν αποτέλεσμα αιμομιξίας. Η διαιώνιση του παράγοντα οπάλ, ήταν)!
β) Είναι, επίσης, αυτοσωματική, επειδή δεν σχετίζεται με το φύλο του γονέα, και θα εμφανιστεί με τον ίδιο τρόπο τόσο στους αρσενικούς όσο και στους θηλυκούς απογόνους, ανεξάρτητα από το ποιος εκ των δύο γονέων φέρει το γονίδιο.
Άλλες χρωματικές μεταλλάξεις (π.χ. ο αχάτης) είναι φυλοσύνδετες και η εμφάνιση των απογόνων εξαρτάται από τον γονέα που φέρει το γονίδιο (αρσενικό/θηλυκό). Στο οπάλ είναι πιο απλά τα πράγματα. Οποιοσδήποτε γονιός και αν είναι οπάλ (ή έστω φορέας του οπάλ) μπορεί να μεταφέρει το γονίδιο στους νεοσσούς.
γ) Τέλος, είναι και υποχωρητική λόγω του γεγονότος πως δεν αρκεί ένας μόνο γονέας να φέρει το γονίδιο, αλλά θα πρέπει και οι δύο να είναι φορείς του, προκειμένου οι νεοσσοί να επιδείξουν την οπάλ μετάλλαξη στο πτέρωμά τους. To υπολειπόμενο γονίδιο οπάλ δεν μπορεί να επιβληθεί επί του ‘αρχέγονου’ γαμέτη, με αποτέλεσμα να απαιτείται η παρουσία του στον γονότυπο° και των δύο γονέων προκειμένου να εκφραστεί στον φαινότυπο°°.
(Το αντίθετο της Υποχωρητικής μετάλλαξης είναι η Κυρίαρχη. Σε αυτήν την περίπτωση θα αρκούσε ένας μόνο γονέας να φέρει το γονίδιο ώστε να αναμένουμε και οπάλ απογόνους. Ένα παράδειγμα Κυρίαρχης μετάλλαξης είναι ο σκούφος: Αρκεί ένας γονιός να φέρει σκούφο, ώστε να αναμένουμε τους νεοσσούς 50%-50% με σκούφο ή χωρίς. Στο οπάλ δεν ισχύει αυτό. Εάν δεν φέρουν ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ γονείς τον παράγοντα οπάλ, τότε οι απόγονοι ΔΕΝ επιδεικνύουν το οπάλ στον φαινότυπο).
Ιστορία
Ιστορικά, το πρώτο οπάλ καναρίνι πρωτοπαρουσιάστηκε στην Ολλανδία το 1949, σαν τυχαία γονιδιακή μετάλλαξη ενός κλασσικού πράσινου καναρινιού Ρόλλερ και χρειάστηκε περίπου 10 χρόνια για να εδραιωθεί.
Περισσότερο από 50 χρόνια αργότερα, τα καναρίνια Οπάλ αποτελούν σήμερα έναν τεράστιο πληθυσμό πτηνών, ιδίως στα εκτροφεία της κεντρικής Ευρώπης και της Ιταλίας.
Παρ’ όλα αυτά, είναι σαφές ότι ο πληθυσμός αυτός προέρχεται ιδίως από αιμομικτικές διασταυρώσεις, οι οποίες πηγάζουν από την αρχική ανάγκη εδραίωσης της ράτσας, όπως περιγράψαμε πιο πάνω στην ενότητα ‘Ορισμός-α’. Η παραδοχή αυτή δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό ή αποστροφή. Ας αναλογιστούμε μόνο ότι 55 χρόνια αποτελούν και 55 γενεές για το καναρίνι, ήτοι περίπου 1.600 χρόνια για έναν ανθρώπινο πληθυσμό.
Αναπαραγωγή
Τα καναρίνια οπάλ δεν απαιτούν κάποια διαφοροποιημένη εκτροφή ή αναπαραγωγική μέθοδο, πέρα απ’ ότι και τα υπόλοιπα καναρίνια.
Τα περισσότερα προβλήματα που περιστασιακά καταγράφονται (σχετικά χαμηλότερος αριθμός αυγών, αρσενικά που δεν βοηθούν στο τάισμα, μικρόσωμοι απόγονοι) συνήθως επιχειρείται να εξηγηθούν από το αιμομικτικό παρελθόν της ράτσας, που αναφέραμε πιο πάνω. Τέτοιες παρατηρήσεις τις περισσότερες φορές είναι απλά γενικότητες οι οποίες δεν είναι εμπεριστατωμένες, δεν έχουν αποδειχθεί, και δεν μπορεί να αντιπροσωπεύουν το σύνολο των οπάλ καναρινιών.
Πέρα από αυτά, το πλέον αξιοσημείωτο στοιχείο για την αναπαραγωγή των οπάλ είναι η συμβουλευτική πρόταση να ζευγαρώνει κανείς πάντα ένα καναρίνι οπάλ με ένα άλλο, ίδιας ράτσας αλλά απλά φορέα-του-οπάλ².
Για όλες τις υποχωρητικές μεταλλάξεις (Λευκά υπολειπόμενα, οπάλ, ίνο, τοπάζιο) ο κανόνας είναι να ζευγαρώνουμε πάντα ένα πουλί της υποχωρητικής μετάλλαξης (οπάλ εν προκειμένω) με ένα πουλί φορέα της μετάλλαξης. Υποθετικά, τα συνεχή ζευγαρώματα γονέων υποχωρητικής μετάλλαξης, οδηγούν τελικά σε εκφυλισμό αυτής και σε αδύναμους και φιλάσθενους απογόνους, μικρόσωμους, με χαμηλή γονιμότητα. Για εμάς τους χομπύστες εκτροφείς, η υπόθεση αυτή περνάει από τον αρχαιότερο στον νεότερο από στόμα σε στόμα, αλλά κανείς δεν έχει αναλάβει να κάνει πράξη το αντίθετο - σε ένα στατιστικά σημαντικό δείγμα πουλιών - ώστε να μπορεί με βεβαιότητα να διαψεύσει ή να επιβεβαιώσει την υπόθεση.
Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι η αναφορά στην ανάγκη διασταύρωσης καναρινιών οπάλ όχι μεταξύ τους, αλλά με φορείς, είναι ιδίως εμπειρικά εδραιωμένη. Στην πρώιμη σχετική βιβλιογραφία αναφέρεται ότι εάν κανείς επικεντρωθεί στην προσεκτική επιλογή γονέων υποχωρητικής μετάλλαξης (όπως το οπάλ) τότε αυτό αρκεί, και συνήθως αποτελεί εγγύηση για
Αρσενικός αχάτης φορέας του οπάλ, με θηλυκό αχάτη οπάλ κόκκινο μωσαϊκού.
εξαιρετικούς απογόνους. Πλην όμως, έρχεται αμέσως να σημειώσει ότι οι απόγονοι τέτοιας διασταύρωσης ζευγαρώνονται απλά με φορείς του παράγοντα, κι έτσι δεν μπορεί να καταγραφεί με σιγουριά η επίδραση της κατά συρροήν διασταύρωσης οπάλ με οπάλ σε μεγάλο βάθος χρόνου (Walker, 1987).
Νεώτερες παρατηρήσεις εκτροφέων, επιβεβαιώνουν μόνο ότι παρήγαγαν μικρόσωμους απογόνους μετά από μια σειρά διασταυρώσεων οπάλ μεταξύ τους, σημειώνοντας ότι κάτι τέτοιο συνέβη μόνο μετά από 10 γενεές (Glemet, 2001). Επίσης, διαψεύδεται η μειωμένη παραγωγικότητα, ενώ δεν γίνεται καμία απολύτως αναφορά σε άλλα ενδεχόμενα προβλήματα που μπορεί να οφείλονται στο ζευγάρωμα δύο «καθαρών» ατόμων της μετάλλαξης (Οπάλ x Οπάλ) (Glemet, 1998).
Μάλιστα, σημειώνεται ότι η «παραβίαση» αυτού του θέματος ταμπού και το ζευγάρωμα δύο οπάλ μεταξύ τους, μπορεί πολλές φορές να οδηγήσει σε ευχάριστες εκπλήξεις, με νεοσσούς που επιδεικνύουν έντονα το οπάλ, αλλά ενδεχομένως να υστερούν σε ποιότητα πτερώματος (Glemet, 2001).
Αχάτες Οπάλ Κόκκινοι Μωσαϊκού
Η εκτροφή μου περιλαμβάνει αχάτες οπάλ κόκκινους μωσαϊκού. Η εργασία πάνω σε αυτή τη ράτσα απαιτεί ταυτόχρονο απόθεμα από μερικούς απλούς αχάτες κόκκινους μωσαϊκού οι οποίοι να είναι φορείς-του-οπάλ, προκειμένου να διασταυρώνω τους «καθαρούς» οπάλ με τους φορείς, και να συντηρείται η ράτσα, όπως σημειώσαμε παραπάνω.
Η επιλογή για το ζευγάρωμα των αχατών οπάλ γίνεται πρωτίστως με γνώμονα
το μελανινικό σχέδιο του αχάτη. Προτεραιότητα στην αναπαραγωγή έχουν όσα
πουλιά εμφανίζουν καθαρά εμφανείς γαλαζογκρί ρίγες στα πτερά πτήσης, στην
πλάτη και τα πλευρά.
Οι ραβδώσεις αυτές θα πρέπει να είναι διακεκομμένες, κοντές, με πλάτος ιδίου εύρους με τις ενδιάμεσες ρίγες, δίχως ίχνη από καφέ ή μπεζ στα πλευρά.
Εξίσου σημαντικό ρόλο παίζουν και άλλα ζητήματα, όπως το σχέδιο του μωσαϊκού, το λιπόχρωμα, τα νύχια, τα πόδια και το ράμφος, τα οποία όμως είναι θέματα που δεν άπτονται του παράγοντα οπάλ.
Σε κάθε περίπτωση, προσωπικά ζευγαρώνω μόνο αχάτες οπάλ με αχάτες φορείς-του-οπάλ, ανεξάρτητα από το ποιό καναρίνι είναι το αρσενικό ή το θηλυκό. Τα αποτελέσματα τέτοιου ζευγαρώματος είναι 50% οπάλ καναρίνια, συν 50% καναρίνια φορείς του οπάλ, κατάλληλα για τις μελλοντικές αναπαραγωγές μου!
Αρσενικός αχάτης φορέας του οπάλ, με θηλυκό αχάτη οπάλ κόκκινο μωσαϊκού. Αρσενικός αχάτης οπάλ κόκκινος μωσαϊκού,
με θηλυκό αχάτη φορέα οπάλ.
Zευγάρωμα
Τέλος, το οπάλ ακολουθεί την κλασσική μεντελιανή θεωρία ζευγαρώματος κάθε υποχωρητικής αυτοσωματικής μετάλλαξης. Δηλαδή:
Οπάλ x Οπάλ = απόγονοι 100% οπάλ
Οπάλ x Mη οπάλ = 100% απόγονοι φορείς-του-οπάλ
Οπάλ x Φορέας-του-Οπάλ = 50% Οπάλ + 50% φορείς-του-οπάλ
Φορέας-του-Οπάλ x Φορέας-του-Οπαλ = 25% Οπάλ + 25% φορείς-του-οπάλ + 50% Μη Οπάλ
Τα θεωρητικά αυτά ποσοστά είναι εντελώς ανεξάρτητα από το φύλο των γονέων. Οι Φορείς-του-Οπάλ προφανώς και δεν θα επιδεικνύουν το οπάλ στο φαινότυπο, αλλά απλώς θα μεταφέρουν το γονίδιο.
* Φαιομελανίνη: Η μελανινική ουσία που είναι υπεύθυνη για την παραγωγή του καφέ πτερώματος.
___________________
** Ευμελανίνη: Η μελανινική ουσία υπεύθυνη για την παραγωγή του μαύρου πτερώματος.
___________________
° Γονότυπος: Το σύνολο των γονιδίων ενός οργανισμού. Από το σύνολο των γονιδίων του γονότυπου ένα μόνο τμήμα εκφράζεται στην εξωτερική εμφάνιση και με αυτόν τον τρόπο προκύπτει ο οργανισμός έτσι όπως τον βλέπουμε.
___________________
°° Φαινότυπος: Τα ανατομικά, μορφολογικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά που βλέπουμε σε κάθε οργανισμό αποτελούν τον φαινότυπο. Είναι σαφές και ευνόητο ότι ο φαινότυπος εξαρτάται απόλυτα από τον γονότυπο.
___________________
² Φορέας: Ο οργανισμός που μεταφέρει στον γονότυπό του ένα γονίδιο, αλλά αυτό δεν είναι εκφρασμένο στον φαινότυπο. Για παράδειγμα, μπορεί ένας άνθρωπος να έχει στο γονότυπό του το γονίδιο ΚΑΙ των καστανών ματιών ΚΑΙ των γαλανών, πλην όμως στον φαινότυπο (δηλαδή την εξωτερική εμφάνιση) θα εμφανίσει μόνο το καστανό. Ο άνθρωπος αυτός είναι απλά φορέας του γαλανού ματιού.
Ομοίως και στα καναρίνια, το πουλί που δεν δείχνει την οπάλ μετάλλαξη, αλλά την μεταφέρει στον γονιδιακό του χάρτη και θα την περάσει στα τέκνα του, ονομάζεται φορέας-του-οπάλ.
Πηγές:
De Jaeger, Marc; Godfriaux, Simon; Roulez, Daniel; Van der Maelen, Johan και Van Hauermeiren, Freddy, “Standard Canaris de Couleur” (Βασιλική Ορνιθολογική Ένωση Βελγίου, 2004).
__________________
Glemet, Jean-Paul, “A Propos de L’ Agate Rouge Mosaique”, (Champion Canary Club, 1998).
__________________
Glemet, Jean-Paul, “Mythe ou Realite: L’ Indispensabilite des Porteur”, (Champion Canary Club, 2001).
__________________
Lequeu, Thierry, “Le Facteur Optique”, (‘Le Monde des Oiseaux’, τεύχος Μαρ. 2006, σελ.117-118).
__________________
Van der Maelen, Johan, “Canaris de Couleur – Le Brun Opale” (Μετάφραση από τα Φλαμανδικά: Claude Leclercq - από το προσωπικό αρχείο του συγγραφέα).
__________________
Van der Maelen, Johan, “Canaris de Couleur – Le Agate Blanc Opale”, (Μετάφραση από τα Φλαμανδικά: Claude Leclercq - από το προσωπικό αρχείο του συγγραφέα).
__________________
Walker, G.B.R. και Avon, Dennis, “Coloured, Type and Song Canaries” (Blandford Press, 1987).